Category Archives: Garry Winograd

Μιθριδατισμός και κακό γούστο

2012_NYR_02586_0145_000(henri_cartier-bresson_simiane-la-rotonde_1969) (1).jpg@Henri Cartier-Bresson

Λογικά και οι δυό φωτογραφίες της σημερινής ανάρτησης τραβήχτηκαν  με το ίδιο μήκος χρόνου-κάποιο εκατοστιαίο του δευτερολέπτου. Άρα κατά τεκμήριο-σίγουρα μαχητότατο!-περικλείουν τον ίδιο βαθμό δυσκολίας-ή ευκολίας, ανάλογα από ποια πλευρά το δει κανείς. Δυό κλικ και οι δυό! Είναι όμως τόσο απλό αυτό-όσο φαντάζει να φαίνεται τουλάχιστον; Προφανώς όχι!Garry-Winogrand-6@Garry Winograd

Η πρώτη φωτογραφία ανήκει στη νηφάλια, στη συγκροτημένη πατριαρχική μορφή του Καρτιέ-Μπρεσόν. Η δεύτερη στον ανασφαλή και εικονοπλαστικά αστοιχείωτο Γκάρι Γουίνογκραντ.  Οι μεταξύ τους διαφορές βγάζουν μάτι: η πρώτη έχει μαέστρικη αρμονική σύνθεση και μιά διάθεση νηφάλιου στοχασμού, η δεύτερη είναι ανοργάνωτη χωρίς κανένα νοηματοδοτικό ειρμό, υποχείριο μιάς ασυνάρτητης τυχαιότητας.

Ας θεωρήσουμε λοιπόν αυτές τις δυό φωτογραφίες σαν υποδείγματα-και τις δυό-(συγγνώμη για την ιεροσυλία σε βάρος του Μπρεσόν!)-ασκήσεων προς σπουδαστές φωτογραφίας. Ποιάς νομίζετε το πνεύμα θα προσεγγιστεί γρηγορότερα και εγγύτερα σε μιά τέτοια άσκηση; Αντίθετα ποια φωτογραφία θα προκαλέσει αντιστάσεις τέτοιες που θα καταστήσουν δύσκολη την προσέγγιση στο πνεύμα της και στη μορφή της; Δεν θέλει και πολύ για να δοθεί η απάντηση. Κοντά στο νου κι η γνώση.

Τί θέλουμε να πούμε: ότι-δυστυχώς!-έχουμε εξαιτίας μιάς φρικτής αντίληψης διδασκαλίας-“διδασκαλίας” πιό σωστά-εθιστεί στην ευκολία του πασαλείμματος που ακαλαίσθητοι “δάσκαλοι” και κακόγουστοι “δημιουργοί” με τη συνέργεια του πομφολυγώδους λόγου έχουν εγκαθιδρύσει στο θυμικό της παραγωγής φωτογραφικής τέχνης. Βασικά θα μένω πάντα με την απορία πώς είναι δυνατόν κάποιος που διατείνεται ότι τού αρέσει ο Μπρεσόν, μπορεί να προωθεί άτεχνες λογικές σαν του Γουίνογκραντ. Είναι σχιζοφρενικό, στο βαθμό που πίσω του δεν κρύβονται πιο πεζές σκοπιμότητες. Ο Γουίνογκραντ όχι απλά δεν έχει άλλη φωτογραφική κοσμοθεωρία σε σχέση με τον Μπρεσόν αλλά δεν είναι καν σε θέση να έχει οποιαδήποτε κοσμοθεωρία λόγω απουσίας-καθολικής απουσίας-οποιασδήποτε εικονοπλαστικής συγκρότησης.

Πρέπει να απαλλαγούμε πιά από τον εθισμό του κακού γούστου και της ευκολίας του. Παραδέχομαι ότι  ένα μυθοποιημένο κακό πρότυπο δίνει στο πελάτη-μαθητή την ευκαιρία ενός εύκολα επιτεύξιμου στόχου-ο καθένας μπορεί να παράξει ασύντακτες και α-νόητες εικόνες στο “στυλ” του Γουίνογκραντ, άρα ο καθένας μπορεί εύκολα να μετάσχει και αυτός στη μυθολογία του ψυχάκια αμερικανού. Η μυθοποίηση της μετριότητας προσελκύει ευκολότερα ρηχό και ατάλαντο πελατειακό κοινό. Αυτός είναι ο βαθύτερος στόχος της γουϊνογκρατικής μυθοποίησης, της γουϊνογκραντικής παραμύθας: με την εξάλειψη του ενοχλητικού όρου της πειθαρχίας, η επίτευξη της πιό εύκολης δυνατής αρπαχτής.

Leave a comment

Filed under Garry Winograd, Henri Cartier-Bresson, Uncategorized

Επί τον τύπον των ήλων

16Jan2017-Father-Son-Child-Playing-Areos-str.-Monastiraki-NikosRoccos-DSΜόλις τώρα διάβασα ένα ΣΠΟΥΔΑΙΟ άρθρο του Thomas Stanworth (εδώ) για τις αυτοκτονικά αυτοκαταστροφικές συνέπειες της κατάχρησης των φορμουλαϊκών συνταγών και της συνακόλουθης ευκολίας τους στη Φωτογραφία Δρόμου. Εξέλιξη που συναρτάται με-δυστυχώς!-με τη Ψηφιακή Τεχνολογία και τις ευκολίες της. Στα δικά μου άρθρα εδώ αυτό το έχω ερμηνεύσει σαν ΑΠΟΥΣΙΑ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑΣ και παράδοση στη σαγήνη των ανέξοδα επιτεύξιμων ευκολιών που το απλό πάτημα του κουμπιού μπορεί να μας προσφέρει και μάλιστα αφειδώς.

Διαβάστε το το άρθρο επισταμένως-ο άνθρωπος είναι φωτογράφος και τα επιχειρήματα του-βιωματικά θεμελιωμένα-τα στηρίζει και σε ωραία, παραστατικότατα εικονογραφημένα παραδείγματα. Και πόσα θέματα δεν αγγίζει και με πόσο καίριο και ρηξικέλευθο τρόπο δεν τα εντοπίζει και τα αποδομεί σαν νοσηρές εκδοχές μιας κακώς εννοούμενης αντίληψης Φωτογραφίας Δρόμου. Δυστυχώς δεν έχω χρόνο για να γίνω διεξοδικότερος εδώ αλλά ουσιαστικά το πρόβλημα επικεντρώνεται στη σκανδαλιστική ευκολία των ψηφιακών μηχανών να τραβούν άπειρες εικόνες χωρίς να δίνονται τα περιθώρια στο χρήστη τους μιας στοχαστικότερης και πιο μετρημένης δράσης. Μπρος σε ένα τέτοιο απίστευτο όγκο υλικού ο αδέξιος και κατακυριευμένος από μια αλλότρια και ανώτερη από τις δυνατότητες του να την ελέγξει δύναμη, παραδίνεται αμαχητί στο κράτος των εντυπώσεων αλλά και στην αντικειμενική αδυναμία μετά-θέλει κι αυτή το πολύ χρόνο της-να κάνει τη σωστή επιλογή και φυσικά το απαραίτητο editing-πάντα κάτι θα χρειαστεί να διορθώσει, εφόσον βέβαια είναι σε θέση να το αντιληφθεί αυτό.

Ο συγγραφέας του άρθρου ουσιαστικά εντοπίζει το θανάσιμο για τη Φωτογραφία Δρόμου να γίνει υποχείριο αποστειρωτικών φορμουλαϊκών συνταγών που αφαιρούν την ικμάδα, τη ζωτικότητα, τη φρεσκάδα, την ΑΛΗΘΙΝΗ και ΟΥΣΙΩΔΗ ευρηματικότητα. Ουσιαστικά αυτό το κακό είχε ήδη ξεκινήσει με την αναλογική και το εγκληματικό εργαλείο που λέγεται motor drive και με εγκληματικότερο εφαρμοστή του τον δολοφόνο της ανθρωπιστικής Φωτογραφίας Δρόμου, το Garry Winogrand, που τραβούσε στα τυφλά και με πλήρη απερισκεψία ό,τι υπέπεπτε στην αντίληψη του παλαβωμένου του φωτογραφικού πολυβόλου-ο ίδιος αδυνατούσε να ελέγξει το υλικό του που συσσωρεύονταν πια κατά χιλιάδες καρούλια ανεμφάνιστων φιλμ στα ελεεινά δωμάτια της παράνοιας του. Ο σπόρος της σημερινής εικονοτρέλας είχε ήδη φυτευτεί τότε. Η μηχανή εξουσίαζε έναν ημιπαράφρονα που δεν ήξερε καν το ίδιο το-καταχρηστική η επόμενη λέξη-υλικό του.

Πρέπει πολλά να αναθεωρηθούν στη Φωτογραφία Δρόμου και οι αυτοαποκαλούμενοι εφαρμοστές της πρέπει να επιδείξουν πολλά περισσότερα από μερικά τυχόν “επιτυχημένα” καρέ. Το τσουνάμι του ανεύθυνου ερασιτεχνισμού μοιάζει να είναι έτοιμο να τα σαρώσει όλα. Μόνο συγκροτημένα εικονοπλαστικά μυαλά με θεμελιωμένη αντίληψη και συμπαγή κουλτούρα στα της τέχνης της εικόνας, με πειθαρχημένο νου και σταθερά αφοσιωμένο πνεύμα στην υπηρεσία του πιο βαθιού, του πιο ειλικρινούς και του πιο σεβαστικού ανθρωπισμού-όχι πια άλλοι Winogrand, d’Agata  ή Bruce Gilden. Γκώσαμε από τη κακογουστιά τους, τη σκατοψυχοσύνη τους και τη κακομοιριά τους.

Leave a comment

Filed under ...και λίγη Θεωρία!, BRUCE GILDEN, Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ, Φωτογραφίες δρόμου, street photography

Ναϊβισμός και Φωτογραφία

filopappou-carnival-nikosroccos

Κάντε με κι εμένα Δάσκαλο Φωτογραφίας! Έχω πολύχρονη πείρα. Με έχουν φωτογραφίσει οι πάντες.

Κατά μία έννοια αυτές οι δύο λέξεις και οι σημασίες τους φυσικά μοιάζουν-και είναι τελικά!-ασύμβατες και δύσκολα έως αδύνατο μπορούν να συνυπάρξουν. Και μόνη η χρήση της τεχνολογίας από το ναΐφ “φωτογράφο” τον ακυρώνει σαν ναΐφ, αφού σε πολύ μεγάλο βαθμό τού διεκπεραιώνει το πολύ σημαντικό για μια φωτογραφία τεχνικό μέρος, αυτόματα η μηχανή του ακόμη και αν αυτός είναι όντως αφελής ως προς τη χρήση της-πόσο πια κιόλας;

Παρόλα αυτά υπάρχει η αίσθηση ότι αρκετή από τη κυκλοφορούσα σε υψηλότερα κλιμάκια φωτογραφική παραγωγή έχει ένα χαρακτήρα ασυγχώρητα και αδικαιολόγητα αφελή, ένα χαρακτήρα που μοιάζει να μην υποψιάζεται καν την ύπαρξη κάποιων λογιότερων αντιλήψεων στη λήψη εικόνων. Στην εποχή της απόλυτης ελευθερίας στην ενημέρωση και της ευκολίας στην εκπαίδευση. Βασικά ο ναϊβισμός για τον οποίο μιλάμε είναι ναϊβισμός του βλέμματος, που ουσιαστικά εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες που το ίδιο απλόχερα προσφέρει η μηχανή τόσο στους “αφελείς” όσο και στους λόγιους φωτογράφους. Γι’αυτό και οι πρώτοι μοιάζει να έχουν εγκατασταθεί στο mainstream της Φωτογραφίας,  ακόμη και με τη φαιδρά πλανερή ιδιότητα της λογιότητας, παρόλο ότι εξόφθαλμα δεν υπάρχει υποψία στοχασμού, περίσκεψης, δεν υπάρχει φόρμα, δεν υπάρχει βάθος και δυνατότητα πιο σύνθετης και πιο πολυεπίπεδης ανάγνωσης σε τέτοιες κατά βάση απελπιστικά ρηχές εικόνες. Μονοδιάστατες και εκτάκτως άστατες εικόνες.

Αυτές είναι οι συνέπειες-οι μόνες αρνητικές ευτυχώς-της μεγάλης, της ακαταμάχητα ζωηρής και παραγωγικής, Δημοκρατίας της Φωτογραφικής Εικόνας, που ειδικά με τη ψηφιακή επανάσταση έχει πια κατακλύσει το κόσμο μας. Σκουπίδια στη Τέχνη πάντα υπήρχαν και παράγονταν και μάλιστα σωρηδόν-όσο σωρηδόν αντιστοιχούσε σε κάθε εποχή τέλος πάντων. Αυτό που οφείλουμε εμείς να προσέχουμε είναι αυτή η απειλή επιβολής της εύκολης, ανερμάτιστης και αντιαισθητικής σκουπιδοπαραγωγής να μη μας επιβληθεί σαν αισθητική νόρμα που να πάρει τη μορφή Κανόνα και έτσι να μας βγει από τα δεξιά μια σκουπιδοτέχνη ακαδημαϊκά επιβεβλημένη. Ξέρετε ο ναϊβισμός-ειδικά στη Φωτογραφία-δεν έχει τις εύκολα συγχωρίσιμες ελκυστικές αρετές της δροσερά, ονειρικής καμιά φορά, αδεξιότητας που τόσο εκτιμάμε στο Τελωνοφύλακα Ρουσσώ ή στον μεγάλο Κροάτη λαϊκό ζωγράφο Ivan Generalic(Άσε που σε μεγάλο βαθμό μια τέτοια τέχνη αυτών των μεγάλων επώνυμων ναΐβ από ένα σημείο και μετά εγκολπώθηκε όχι μόνο ειδικής μορφής προχωρημένες και επιδέξιες τεχνικές αλλά και εκδοχές ακόμη και πρωτοποριακής λογιότητας, αναντίστοιχες με τον όρο και την ιδιότητα του ναΐφ). Αντίθετα η αφελής αστόχαστη Φωτογραφία ενσωματώνει επιθετική ασχήμια και παράγει αποπνικτική δυσανεξία μια τέτοια αντίληψη “Τέχνης”. Τής αξίζει η ανελέητη απόρριψη και ορισμένως καμιά, μα καμιά συγκατάβαση, γιατί όπως έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία είναι ικανοί οι εκπονητές αυτού του απαράδεκτα αφελούς είδους ακόμη και να κατσικωθούν στο χώρο, εκμεταλλευόμενοι την ανεπάρκεια και την ημιμάθεια επιμελητών, κριτικών και ιστορικών της Φωτογραφίας-οι περισσότεροι από τους τελευταίους ΑΥΤΟΚΛΗΤΟΙ σ’αυτό που επικαλούνται σαν ιδιότητα τους-ξέρετε Δάσκαλος, Κριτικός, Ιστορικός Φωτογραφίας-το τσαρουχικό ότι στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις στη πλήρη του ανάπτυξη!(Με την ευκαιρία θυμάμαι ότι έχει υπάρξει “Δάσκαλος Φωτογραφίας” που υπέβαλε υποψηφιότητα για καθηγεσία στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με μόνο του προσόν ότι έκανε τετράμηνο σεμινάριο στο πλευρό ενός τέτοιου ασυγχώρητα “αφελούς” και απελπιστικά αγράμματου σκουπιδοπαραγωγού, του γνωστού και μη εξαιρετέου Γουΐνογκραντ. Με μηδενικό φωτογραφικό έργο, με ανύπαρκτες φωτογραφικές σπουδές και έχοντας απέναντί του ή δόκιμους φωτογράφους με μακρά και αναγνωρισμένη από έγκυρους τρίτους και όχι από τον εαυτό τους πορεία ή με σοβαρές μεταπτυχιακές σπουδές πάνω ακριβώς στο αντικείμενο της Φωτογραφίας και όμως κουρτάλισε τη θύρα του εγκυρότερου πνευματικού ιδρύματος στη χώρα μας στο τομέα των Τεχνών. Πού το βρήκε το θράσος;. Ρωτήστε αυτούς που τόσα χρόνια ανέχονται-το ξέρω ότι δεν τον εκτιμούν-αυτό το καλά δικτυωμένο αλλά αλίμονο τόσο νοσηρά τοξικό ΠΑΡΑΣΙΤΟ που έχει κυριολεκτικά μπλοκάρει  τα πάντα, περικυκλώνοντας το φωτογραφικό χώρο με την αποπνικτική αποφορά της απελπιστικής μετριότητας της παραγωγής του ίδιου και της-μη χέσω!-“σχολής” του. Ευτυχώς τελικά διαφυλάχτηκε το κύρος του Ιδρύματος και αποσοβήθηκε η πιθανότητα να μετατραπεί η ΑΣΚΤ σε γραφείο κοσμικών ταξιδίων και συναθροίσεων).

Όσο ο ερασιτεχνισμός και ο ασυγχώρητος για τον 21 ο αιώνα ναϊβισμός πλασάρεται από τέτοια εργοτάξια συστηματικής κακογουστιάς και αισθητικής ανευθυνότητας και κακοσυγκερασμένης ημιμάθειας και όσο δεν υπάρχει ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ στη φωτογραφική Παιδεία, που σήμερα μοιάζει σαν ξένοιαστη και χαρωπή εκδρομή στο Ναύπλιο ή τη Σύρο, θεού πρόσωπο δεν θα καταφέρει να δει η Φωτογραφία στην Ελλάδα.

Leave a comment

Filed under ...και λίγη Θεωρία!, Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ, Φωτογραφίες δρόμου, street photography

Ο μεγαλόσχημα κουτοπόνηρος κος Szarkowski

06jpwinogrand3-master675

Δυό καραγκιόζηδες της αμερικανικής φωτογραφίας-ο φανφαρόνος Szarkowski και ο Garry Winogrand-και καλά φωτογράφος!- σε ένα αντάξιο της ελαφρότητας τους ενσταντανέ από τον Lee Friedlander

Ο άνθρωπος βέβαια έχει πια “συγχωρεθεί”, οπότε το κύριος μπορεί να μοιάζει άτοπο αλλά η αλαζονική φιλαυτία του μακαρίτη Σαρκόφσκι πολύ θα τη χαίρονταν τέτοια μεταθανάτια προσφώνηση. Ακούω λοιπόν από δω κι από κει διάφορα για τον, τελικά απολύτως αδιάφορο για την ουσία της Φωτογραφίας λίγο, δικτατορικής ιδιοσυγκρασίας περιβόητο παράγοντα της Φωτογραφίας.  Αλλά πολλά πράγματα δεν μού κάθονται καλά με τη περσόνα του σαν αληθινού-και καλά!- ταγού της αυτής της παρεξηγημένης αλλά και τόσο βάναυσα κακοποιημένης-πρώτα απόλα από αυτόν τον ίδιο-Τέχνης.

marville_06

Πενήντα και χρόνια πριν απ’τον Atget ο Charles Marville μπορούσε να φωτογραφίζει κλάσεις αρτιότερες και αισθαντικότερες εικόνες  από τον αδέξιο πρώτο.

Σαν φωτογράφος-έτσι μας πλασαρίστηκε αρχικά στο βιογραφικό του-ήταν ένας μετριότατος με ελάχιστο έργο και με ασαφή και συγκεχυμένη στυλιστική κατεύθυνση. Η σύγκριση με τον προκάτοχο του, τον “παγκόσμιο”, “τον οικουμενικό”  Edward Steichen είναι πραγματικά συντριπτική σε βάρος του. Πολυτάλαντος ο δεύτερος, απίστευτα δημιουργικός και παραγωγικός όσο ελάχιστοι στην Ιστορία της Φωτογραφίας, υπήρξε μία αληθινά τιτάνια μορφή σε κάθε δράση του και δραστηριότητα του. Το έργο του σε κάθε τομέα δράσης του μπορεί να γεμίσει κάποιες δεκάδες τόμους. Ο Στάιχεν είχε ένα μόνο μειονέκτημα-το μεγάλο πλεονέκτημα των αληθινά παραγωγικών ανθρώπων της εικόνας-τα λίγα λόγια. Το ακριβώς αντίθετο ήταν το συγκριτικό πλεονέκτημα του Σαρκόφσκι. Η γλώσσα του πήγαινε ροδάνι! Και στο γραπτό και στο προφορικό λόγο. Απίστευτα χαρισματικός σ’αυτό το τομέα. Στο τομέα Λόγος. Κούφιος Λόγος επί του προκειμένου. Μπορεί να ήταν ένας απελπιστικά μέτριος φωτογράφος, μπορεί να είχε ένα εξίσου απελπιστικά φτωχό ακαδημαϊκό βιογραφικό-(η σύγκριση με τον Beaumont Newhall, το πρώτο επιμελητή του φωτογραφικού τμήματος του ΜοΜΑ, του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, εκεί δηλαδή από όπου ο Σαρκόφσκι άσκησε την αλαζονικά δικτατορική και κατά συνέπεια καταστροφική του εκείνη επίδραση που στιγμάτισε και συνεχίζει να στιγματίζει ακόμη-είναι αληθινά τραγική για το καημένο το μέντορα του απογοητευτικά λίγου Γουίνογκραντ). Μπορεί να μη κατείχε με επάρκεια τη τέχνη της Φωτογραφίας  αλλά το ταλέντο του λόγου-που όλοι ξέρουμε ότι μπορεί να σε οδηγήσει παντού: από τη πολιτική μέχρι τη διεύθυνση πολυτελούς οίκου ανοχής-το είχε, το επιδείκνυε και φυσικά το εκμεταλλευόταν όσο μπορούσε πιο ιδιοτελώς παραγωγικά.

003710553c6ec974762f49b3ac614b7a

Charles Marville: Ριψοκίνδυνα σοφιστικέ εικόνα μεγάλης ευρηματικότητας, οικονομίας αλλά και ευαισθησίας.

Όταν ανέλαβε λοιπόν  τη διεύθυνση της επιμελητείας στο ΜοΜΑ έβαλε σαν σκοπό της ζωής του να αναδείξει τον εαυτό του σαν ρηξικέλευθη προσωπικότητα που καινοτόμησε σε κάθε τομέα δράσης του. Η πάση θυσία καινοτομία έγινε πια αυτοσκοπός. Θα μπορούσε βέβαια να επιλέξει άλλους σκοπούς σαν αυτοσκοπούς. Ακόμη και άλλης,πιο ουσιαστικής ή έστω πιο πειστικής και θεμελιωμένης μορφής καινοτομίες που να συνδυάζονται  με την πάντα ζητούμενη υψηλή ποιότητα, την αρτιότητα, το καλλιτεχνικό βάρος και κύρος. Ποιότητες όμως δύσκολες και μάλλον αντιδημοφιλείς συγκριτικά με τη κλούβια, άσκοπη και άστοχη καινοτομία και το συνήθη τζερτζελέ που τις περισσότερες φορές αυτή ενσωματώνει σαν πυροτεχνική δραστηριότητα εντυπωσιασμού. Αναζήτησε λοιπόν τη καινοτομία όπως αυτός με τη μικρή του στενή θεώρηση των πραγμάτων-αυτήν που τέλος πάντων τού επέτρεπε η περιορισμένη του συγκρότηση και αναζητώντας την ανακάλυψε-ω του θαύματος!-την ανακάλυψε σε εντελώς δεύτερης διαλογής φωτογράφους και που, ως μη όφειλε κιόλας,  μόνο αυτούς προώθησε και ανέδειξε. Μέτριες στη συντριπτική τους πλειοψηφία περσόνες-για να μπορεί να τις έχει του χεριού του και να τις καθοδηγεί κατά τα δικτατορικά του κελεύσματα. Όλες αυτές οι περσόνες είχαν, ίσως όχι συμπτωματικά, πάνω κάτω ένα κοινό χαρακτηριστικό: την αγάπη για το νοσηρό, το κάπως εκκεντρικό από τη μια και από την άλλη μια ανεπάρκεια στην αντίληψη της μορφής και μια αδυναμία στο να διατυπώνουν τα εικονογραφικά τους δοκίμια με μορφική σαφήνεια και καθαρότητα-εκτός και αν κινούνταν στη σφαίρα του ναϊβισμού όπως η καημένη η Diane Arbus. Στο προγραμματισμό του επιμελητή δικτάτορα ήταν η στοχευμένη υποβάθμιση της συγκαιρινής του ευρωπαϊκής ή άλλης εκτός των ΗΠΑ φωτογραφίας αλλά και η συστηματική αγνόηση των ζώντων τότε ακόμη δασκάλων της-με την αληθινή και ουσιαστική έννοια της λέξης δάσκαλος και όχι όπως αυτή απαξιώθηκε με περσόνες σαν του φαιδρού Γουίνογκραντ ή των μεταπρατών του οπαδών του-μαθητών του και καλά! Ο Μπρεσόν, ο Κερτέζ, ο Κουντέλκα αλλά και όσοι μάστορες Αμερικανοί είχαν ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά με την υψηλή αισθητική τους και την απαράμιλλη τεχνική τους, περιθωριοποιήθηκαν από το συμπλεγματικό μένος του επιμελητή-δικτάτορα.

rue_de_constantine_paris_by_charles_marville

Το 1850 ο Marville δεν ήταν μόνο ένας πρωτοπόρος αλλά και ένας αισθητικά άρτιος δημιουργός εικόνων. Μετά από πενήντα-εξήντα τόσα χρόνια τί ακριβώς μπορεί να ήταν ο αδέξιος μιμητής του συνεχιστής του Atget; Η οπισθοφυλακή του αξιέπαινου-δεν το αρνιόμαστε αυτό-αφελούς ερασιτεχνισμού.

Δέστε όμως και αυτό! Τη περίπτωση της ανάδειξης του Atget.  Το έργο αυτού του μεγάλου ναΐφ φωτογράφου έχει αναμφισβήτητα την αξία του-κυρίως αρχειακή και μάλλον δευτερευόντως καλλιτεχνική. Συγκριτικά τουλάχιστον με τον απείρως καλλιτεχνικότερο, αρτιότερο και άρα ανταγωνιστικότερο  Charles Marville. Ανάμεσα στους δύο αυτούς φωτογράφους του Παρισιού ο Marville είναι ο ασύγκριτα σημαντικότερος από κάθε άποψη-ακόμη και ότι προηγείται χρονολογικά κατά μισό και πάνω αιώνα του Ατζέ είναι ήδη ένα στοιχείο που τον καθιστά ηρωικότερο σαν μορφή, αφού δούλευε σε συνθήκες πρωτοπορίας και όχι ναϊβίστικης οπισθοδρομικότητας όπως ο γραφικός πια και εκ των πραγμάτων αφασικός-εκτός φάσης δηλαδή-νεώτερος του. Γιατί αυτή η επιλογή του δευτερότερου ποιοτικά Ατζέ; Προφανώς για να μετριαστεί η ποιοτική διαφορά που χώριζε τον Μαρβίλ συγκριτικά με τους αντίστοιχους φωτογράφους των ΗΠΑ, με τους οποίους η όποια σύγκριση είναι καταθλιπτικά συντριπτική και εδώ. Αλλά και κάτι άλλο πιο πρακτικό. Έχοντας εξασφαλίσει το μεγαλύτερο μέρος του ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥ υλικού του Atget το MoMA μπορούσε να σπεκουλάρει οικονομικά σε μιά δυνητικά κερδοφόρα πρώτη ύλη, κάτι που τού ήταν αδύνατο να το κάνει με τον κλάσεις αξιολογότερο Μαρβίλ αφού εκείνο το υλικό, σαν παραγγελία του ίδιου του Γαλλικού Κράτους ήταν στην ακεραιότητα του δεσμευμένο στα κρατικά αρχεία και την Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Από κει και πέρα ένα συστηματικό μάρκετινγκ-κάτι στο οποίο ήταν πάντα μανούλες οι αμερικανοί-θα εξασφάλιζε την προβολή που ουσιαστικά θα δικαίωνε μια επένδυση.Είναι χαρακτηριστικό ότι η έκδοση του ΜοΜΑ για τον Atget, που την επιμελήθηκε ο ίδιος ο Σαρκόφσκι αναπαράγει εικόνες ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από τις συλλογές του Μουσείου, παρόλο ότι και τα παριζιάνικα μουσεία δεν υστερούν σε πλούτο πρωτότυπων εικόνων του σπουδαίου αυτού ναϊφ φωτογράφου. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι με τη δυσανάλογη προβολή που δίνεται στον Atget, μόνο και μόνο γιατί μιά συγκυρία έφερε το μεγαλύτερο μέρος της αυθεντικής του εργασίας να έχει περάσει στην ιδιοκτησία του ΜοΜΑ, να δημιουργείται μια στρεβλή εικόνα ότι το Παρίσι φωτογραφήθηκε αυθεντικά και καλύτερα σχεδόν μόνο απ’τον ναΐφ αυτό ερασιτέχνη φωτογράφο. Λάθος, μεγάλο λάθος αν το κάνει ένα Μουσείο και κάποιος που θέλει να δηλώνει ιστορικός της Φωτογραφίας. Είναι σαν να θεωρούμε τον Albert Marquet σημαντικότερο και κρισιμότερο μέγεθος και όνομα απ’τον Camille Pissarro. Στα συμφραζόμενα της ημιμάθειας και της ταπεινής σκοπιμότητας αυτά ίσως μπορεί να παραβλεφθούν κάπως, πάντως από πιο υπεύθυνες λογικές είναι ασυγχώρητα λάθη, αν όχι εγκλήματα καθοσιώσεως, ειδικά αν τα καθοδηγεί η σκοπιμότητα.

0_143868_50078064_xxxl

Charles Marville: Η ευθυβολία της αρμονικής σύνθεσης και της σίγουρης όσο και ανεπίληπτης τεχνικής

Έχω ξανά αναφερθεί σε τέτοιες σκοπιμότητες και με άλλη αφορμή( δες εδώ). Τώρα όμως που ο εθνικιστής Donald Trump προωθεί έναν επιθετικού χαρακτήρα απομονωτισμό στη πατρίδα του, αυτά τα φαινόμενα που περιγράφω σ’εκείνο το άρθρο-σε ανύποπτο μάλιστα χρόνο!- θα επιταθούν και θα λάβουν παροξυσμική χροιά.

3209-137-web-1

Charles Marville: Το αδιανόητο θαύμα! Ένα ασύγκριτο φωτογραφικό αριστούργημα του μεγάλου Μαρβίλ, ένα πρώτο, δειλό δοκίμιο της αισθητικής του Δρόμου, σε μια στοχαστική του εκδοχή στο πνεύμα του μεγάλου Corot! Υπόκλιση παρακαλώ!

Για να συνοψίσουμε: δεν πιστεύουμε σε Πάπες τής Φωτογραφίας. Κρίνουμε τα πράγματα μόνοι μας με τα δικά μας μάτια και όχι μέσα από τα διαχεόμενα κλισέ των λογής παρατρεχάμενων, όποια ιδιότητα και αν θέλουν αυτοί οι τελευταίοι να επικαλούνται. Μπορεί να έχουν συνηθίσει να δέχονται αδιαμαρτύρητα τα αλάθητα των Παπών αλλά εμείς που έχουμε τη κουλτούρα της αμφισβήτησης αλλά και ένα αληθινά ασκημένο μάτι για να βλέπουμε που βρίσκεται το ψέμα σαν ασχήμια μπορούμε να ξεχωρίσουμε τη ρηχότητα αλλά και την απάτη των παπικών τους διακηρύξεων.

Υ.Γ. Σαν εικονογράφηση στο σημερινό άρθρο θα βάλουμε ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ  φωτογραφίες του άδικα απαξιωμένου Charles Marville. Ετσι για να κρίνετε μόνοι σας την ασύγκριτη ποιότητα αυτού του άδικα σχετικά άγνωστου στους περισσότερους από μας ονόματος-θα επιστρέψω κάποια στιγμή κάνοντας και σχετική ανάρτηση γι’αυτόν.

Υ.Γ.2 Ποιο είναι ακριβώς το θέμα από δω και πέρα; Μα να αποδομηθεί ευρύτερα αυτός ο απίστευτα ρηχός σκουπιδοσυλλέκτης που ήθελε να το παίξει μέντορας της παγκόσμιας Φωτογραφίας και να γίνει μια επανεκτίμηση των πεπραγμένων του, αφού αποδεικνύεται πως ό,τι προώθησε δεν στηρίχθηκε σε σίγουρα και ασφαλή καλλιτεχνικά, πνευματικά και αισθητικά κριτήρια αλλά ιδιοτελώς μικροπρεπή ή επισφαλή.

Υ.Γ.3 Για το ρόλο του Σαρκόφσκι στη περίπτωση του από κάθε άποψη απερίγραπτου Γουίνογκραντ δέστε τεκμηριωμένη ανάλυση εδώ.

Leave a comment

Filed under Charles Marville, Donald Trump, Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ, Ιστορία της Φωτογραφίας, John Szarkowski

Όταν ο μαθητής είναι πελάτης (Η Αρπαχτή που λέγεται Winogrand)

Όταν ο μαθητής είναι πελάτης τότε καλύτερα να ψάχνει να βρει τον έμπορα-(θα τον βρει αν δεν εθελοτυφλεί)-παρά το δάσκαλο.

winogrand_8

Garry Winograd: ένας αμόρφωτος, ατάλαντος και θεμελιακά ακαλαίσθητος ψυχάκιας που εξαιτίας του ηγεμονικού βίτσιου του ανασφαλούς αλαζόνα μέντορά του-λέγε με Szarkowski- καταδυναστεύει με το φρικαλέο του γούστο εδώ και πενήντα χρόνια περίπου τη βαθέως ανθρωπισμού Φωτογραφία Δρόμου.

Δάσκαλος που κολακεύει το μαθητή του με εύκολη και χαλαρή, ουσιαστικά μη-γνώση, μόνο και μόνο για να τον κρατήσει σαν πελάτη του και φυσικά με μόνο το θέλγητρο της ευκολίας και της κολακείας που η ευκολία αυτή παράγει,  έχει ήδη παρεκκλίνει του αντικειμενικού στόχου της εκπαίδευσης. Βασικά το μότο μιάς τέτοιας αρπαχτής-περί αρπαχτής πρόκειται-εντοπίζεται στην υπαινικτική υπόσχεση που εδραιώνει η ευκολία: “Μπορείς κι εσύ να γίνεις Winogrand!”. Άλλωστε ο καθένας μπορεί να είναι Γουίνογκραντ-στην Ελλάδα μετράμε ήδη καμιά ντουζίνα εκατοντάδες τέτοιους! Μ’άλλα λόγια ο καθένας μπορεί να γίνει ένα τίποτα. Ενδεχομένως ένα διάσημο τίποτα αν είναι και τυχερός ή επικοινωνιακός και καλά δικτυωμένος. Σαν τον φαιδρό Γουίνογκραντ και τους ανά το κόσμο γελοία σπουδαιοφανείς μεταπράτες της σκουπιδοευκολίας του.(Ώρες-ώρες αυτή η παράδοξη ιστορία της απροσδόκητης και πέρα από κάθε λογική και αισθητική, κυριαρχίας του Γουΐνογκραντ και της σκουπιδοσχολής του θυμίζει το παραμύθι του γυμνού βασιλιά. Όχι μόνο δεν βλέπουν το γυμνό του χάλι αλλά το θαυμάζουν κι από πάνω!).

Προωθώντας ένας τέτοιος “δάσκαλος” τέτοια γελοία πρότυπα, ουσιαστικά αρνείται  στους πελάτες του, που όμως τους δηλώνει σαν μαθητές για να καταξιωθεί σαν δάσκαλος και όχι σαν έμπορος που είναι-δεινός!-αρνείται λοιπόν ένας τέτοιος δασκαλέμπορας το δικαίωμα των πελατομαθητών του στη πειθαρχία της εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα ο ίδιος την πειθαρχία αρνείται να την ασκήσει σαν στοιχειώδη αλλά και θεμελιώδη δική του παιδευτική του υποχρέωση. Προφανώς θεωρεί ότι ο ερασιτεχνισμός του τον απαλλάσσει από τέτοια “ψιλά γράμματα”, που βέβαια ψιλά γράμματα όπως η πειθαρχία δεν μπορεί να είναι ασύμβατα σαν σύλληψη με την έννοια της παιδείας-έστω και της ερασιτεχνικής. Το αποτέλεσμα μοιραίο: όχι μόνο παράγεται ένα απίθανο φωτογραφικό σκουπιδαριό εξαιτίας του αλλά και εξαπλώνεται αυτός ο ανεύθυνος και  εγκληματικός για τη διδασκαλία της Τέχνης της Φωτογραφίας τρόπος σκέψης, με απώτερο ακόμη αποτέλεσμα να παγιώνεται αυτή η κατάσταση και να μολύνει με τη τοξικότητα των απόψεων, της πρακτικής και προπάντων των προϊόντων μιάς τέτοιας αντίληψης ολόκληρο το οικοδόμημα της Φωτογραφικής Παιδείας. Κάπως έτσι κατάντησε πια ο ερασιτεχνισμός να σημαίνει και ανευθυνότητα, εκτός βέβαια από συστηματικό κακό γούστο και αρπαχτή.

Υ.Γ. Τάχω πει και τάχω γράψει πολλές φορές και για όσους έχουν όρεξη και χρόνο τους παραπέμπω στη κατηγορία Winogrand η τέλος πάντως εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ!

Leave a comment

Filed under Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ

Η σαχλαμάρα (του) Winogrand

24dec2016-accordionist-music-rigas-feraios-nikosroccos-bw-ds-frΑν τα λεγόμενα δεν αντιστοιχούν σ’αυτά που πράττουμε τότε, ακόμη και αν είναι καλά και νόστιμα διατυπωμένα, τότε καταντούν σαχλαμάρες, μπαρούφες όπως κάθε κενός αληθινού ουσιαστικού περιεχομένου λόγος.

Έβλεπα ένα βιντεάκι στο διαδίκτυο όπου ο γνωστός σε όλους μας πια “δάσκαλος φωτογραφίας”επικαλούνταν για πολλοστή φορά τη γνωστή φράση του Γουίνογκραντ για να θεμελιώσει εκεί πάνω τις όποιες απόψεις θέλει να προβάλλει ότι έχει για το μυστήριο της Τέχνης της Φωτογραφίας. Έλεγε λοιπόν ο μπαρουφολόγος Γουϊνογραντ ότι “τραβάει φωτογραφίες για να δει πώς φαίνεται ο Κόσμος φωτογραφημένος”. Ομολογουμένως πολύ ελκυστική διατύπωση που-αλίμονο όμως!-δεν έχει καμιά σχέση με τη πραγματικότητα που ήταν ο ίδιος ο Γουίνογκραντ και η απελπιστικά άτεχνη-ούτε καν ερασιτεχνική!-απόπειρα τέχνης του. Ήθελε λέει να δει πώς φαίνεται ο κόσμος φωτογραφημένος, όταν ο ίδιος τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της δράσης του, ενώ τράβαγε συστηματικά και σε βαθμό αρρωστημένου παροξυσμού, παρόλα αυτά ούτε τα φιλμ του εμφάνιζε ούτε τα τύπωνε ούτε-άκουσον, άκουσον!- επέλεγε ο ίδιος τις φωτογραφίες. Πεθαίνοντας μάλιστα άφησε σαν παρανοϊκή κληρονομιά κάπου έξι χιλιάδες φιλμ ανεμφάνιστα! Κάποιος λοιπόν να τού πει του “δάσκαλου” να πάψει να επικαλείται αυτή τη-ποιητική αδεία;-μπαρούφα του μακαρίτη. Δεν θεμελιώνεται στο άδικα υπερεκτιμημένο και τελικά απελπιστικά ισχνό και ασόβαρο έργο του και φυσικά στην όλη αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά του-άκου εκεί δεν ενδιαφερόταν να βλέπει τις φωτογραφίες που τραβούσε! Τί διάολο φωτογράφος μπορεί να είναι αυτό το πράμα που δεν έχει επαφή με το αντικείμενο της δουλειάς του και μάλιστα στη κρισιμότερη στιγμή του όπου απαιτείται η συνέργεια της περίσκεψης πριν την επιλογή; Καραγκιόζης, τσαρλατάνος, απατεώνας, που με εξυπναδισμούς νόμιζε ότι μπορεί να στηρίξει στο διαχρονικά διηνεκές μιά κλούβια δράση, χωρίς ειρμό και χωρίς εικονοποιητική θεμελίωση.

 

Υ.Γ.1  Όχι, η φωτογραφία της ανάρτησης δεν είναι του Γουίνογκραντ-ούτε άλλωστε θα μπορούσε να είναι, ο καημένος τραβούσε χωρίς συνείδηση, δεν τού την επέτρεπε το μοτεράκι του motor drive!

Υ.Γ.2 Για τα υπόλοιπα περί Γουίνογκραντ παραπέμπω εδώ

1 Comment

Filed under Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ, Φωτογραφίες δρόμου, street photography

Στραβά κάδρα-(Δάσκαλε που δίδασκες)

Thiseion-RWS-WB-DSΌταν κάποτε έκανα τη μαλακία να δείξω αυτή τη φωτογραφία σε κάποιον που μού τον εκθείαζαν σαν αυθεντία στη Φωτογραφία-τώρα πλασάρεται σαν δάσκαλος-έπεσε να με φάει ότι η εικόνα είναι μια εύκολη κατασκευή χωρίς περιεχόμενο. Δεν είχε άδικο αλλά ούτε κι εγώ τη μοστράριζα σαν βαθυστόχαστο έπος αισθημάτων και μεγάλων ιδεών. Το διασκεδαστικό στοιχείο της κατασκευής της βγάζει μάτι και αυτό καλείται να απολαύσει ο θεατής της. Αν και ακόμη δεν γνώριζα την Ιστορία της φωτογραφίας-μιλάμε για την εντελώς πρώτη χρονιά της ενασχόλησης μου με τη φωτογραφία-γνώριζα όμως πολύ καλά την τέχνη των φορμαλιστών της ρωσικής πρωτοπορίας και των αντίστοιχων του Bauhaus και προφανώς από εκεί ίσως κάποια επιρροή. Όμως ήταν τα δυναμικά, δραματικά “στραβά” κάδρα του Αϊζενστάιν και του Χίτσκοκ  που ήταν μια σαφέστερα ισχυρότερη επιρροή-τότε ακόμη σπούδαζα σινεμά.Zappeion-Oblique-Composition-with-children-Old-man-woman-reading-DS

Και η δεύτερη φωτογραφία της ανάρτησης από την ίδια πάνω κάτω περίοδο είναι-ελαφρά μεταγενέστερη ίσως. Αυτή δεν την έδειξα στο… Δάσκαλο. Παρόλο ότι η σύνθεση της είναι επιμελημένη, ισορροπημένη και αρμονική, με χάλαγε ότι έπρεπε σε ένα ανθρωποκεντρικό θέμα να χρησιμοποιήσω ένα τόσο στραβό κάδρο και μάλιστα με τέτοια και τόση παραμόρφωση. Είναι και ο μισητός φακός-ευρυγώνιος και μάλιστα φτηνιάρης ερασιτεχνικός από αυτούς που τότε τους λέγαμε “Κλάψε με”- ευρυγώνιος φακός λοιπόν που τότε εξερευνούσα τις δυνατότητες του αλλά που ποτέ δεν μού πήγαινε σαν αισθητική. Πιθανολογώ ότι αυτή τη φωτογραφία ο Δάσκαλος-θιασώτης του όσο το δυνατό πιο στραβού κάδρου, καθότι φανατικός winogradικός-μπορεί και να την εκθείαζε. Το ίνδαλμα του ακόμη δεν το γνώριζα κι έτσι δύσκολα μπορεί κάποιος να μιλήσει για επιρροή έστω και σαν αντίδραση. Εξυπακούεται ότι ποτέ μου δεν θεώρησα αυτόν τον τρελάρα αμερικανό σοβαρό φωτογράφο που θα άξιζε κανείς να αφιερώσει κάποιο περισσότερο χρόνο από όσο ένας γιατρός σε ένα πτώμα. Έχει το κλινικό της ενδιαφέρον η περίπτωση του, δεν αντιλέγω  αλλά για να γίνει αντικείμενο επιρροής μόνο νοσηροί εγκέφαλοι θα το δέχονταν.

Το κουφό της ιστορίας είναι ότι κάποια χρόνια μετά, ο Δάσκαλος άρχιζε να φωτογραφίζει-α,ξέχασα να το πω, το παίζει και φωτογράφος εκτός από Δάσκαλος- με νυσταλέα αποστειρωτικό φορμαλιστικό οίστρο άψυχα, αναιμικά τοπία, κενά όχι μόνο οποιουδήποτε περιεχομένου αλλά και της άδολης, παιχνιδιάρικης χαράς της καλοσυγκερασμένης φόρμας. Τον φαντάζομαι τον καημένο να ζουλάει τη μηχανή του μπας και του βγάλει εκείνη κάποιο ξύγκι ιδέας που ο ίδιος δεν είναι σε θέση να έχει.Γραφικοί είναι αυτοί οι τύποι και με την αδεξιότητα τους-που προσπαθούν πάση θυσία να την κρύψουν-γίνονται καμιά φορά και χαριτωμένα διασκεδαστικοί.

Leave a comment

Filed under Garry Winograd, Φωτογραφίες δρόμου, Φακός και Αισθητική Επιλογή

Δεν είσαι φωτογράφος, είσαι μάπας!

Milano-(5)

Πας ακόμη στο “δάσκαλο” να σού διαλέξει εκείνος φωτογραφίες αντί για σένα; Εμ τότε ούτε αυτός είναι δάσκαλος-που έτσι κι αλλιώς δεν είναι-αλλά ούτε κι εσύ φωτογράφος-που έτσι κι αλλιώς δεν είσαι.

Είναι απίστευτο αλλά -το έχω ακούσει και έχω φρίξει-υπάρχουν φωτογράφοι- από αυτούς που εκθέτουν-που πάνε στο γκουρού τους να τους διαλέξει εκείνος τις φωτογραφίες που αυτοί-προβαλλόμενοι σαν δημιουργοί των εικόνων τους-θα εκθέσουν. Και υπάρχει άνθρωπος που δέχεται να παίξει τέτοιο ρόλο, αυτοπροβαλλόμενος μάλιστα σαν δάσκαλος!

Πρώτα απόλα ας δούμε τις βασικές έννοιες του μαθητή και του δάσκαλου. Τουλάχιστον για την Ελλάδα του 21ου αιώνα και όχι για την Παλαιστίνη του 1ου μετά Χριστόν αιώνα. Για την εποχή μας-και αυτό ισχύει πια διακόσια και βάλε χρόνια στην Ευρώπη-μαθητής και δάσκαλος δεν είναι όποιος κι όποιος. Κάθε ένας απ’την πλευρά του αξιολογείται. Ακόμη και ο μαθητής που θα μπει στο Γυμνάσιο δίνει εξετάσεις. Και αυτές τις εξετάσεις τις δίνει για κάθε νέο χρόνο της εκπαίδευσης του, συν βέβαια τις εξετάσεις ρουτίνας της σχολικής καθημερινότητας. Κριτήριο λοιπόν για να είσαι μαθητής δεν είναι η τυχόν εισφορά σου-ούτε αυτή σε κάνει μαθητή ούτε αυτόν που την εισπράττει, τον κάνει δάσκαλο-είναι η αξιολόγηση σου σαν τέτοιου. Το ίδιο-σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, ισχύει και για το δάσκαλο. Αξιολογείται. Με αντικειμενικά κριτήρια και όχι επειδή κρατάει το ραβδί κάποιου αυτόκλητου ραββί.

Η χώρα που έκανε τον Παπανδρέου καθηγητή-εντάξει, επισκέπτη καθηγητή, δεν θα τα χαλάσουμε εκεί, μην ξεχνάμε όμως ποτέ ότι επρόκειτο για τον ουσιαστικά αναλφάβητο Παπανδρέου-είχε παλιότερα αναδείξει με μεθόδους που μόνο στην Αμερική της ελεύθερης αγοράς θα μπορούσαν να ισχύσουν-σαν δάσκαλο, έναν μέσης-και όταν λέμε μέσης, επιδεικνύουμε όλη την επιείκεια μας προς την περίπτωση του-έχει συγχωρεθεί κιόλας ο καημένος-ένας μέσης συγκρότησης άτομο, να διδάξει με σεμινάρια τους αμερικανόπαιδες την τέχνη της Φωτογραφίας-ήγουν-που θάλεγε και ο Ροΐδης-να ξεχάσουν ακόμη και τα βασικά που είχαν μάθει. Η σύγχρονη Αμερική σε θέματα Παιδείας μοιάζει-όχι τυχαία, σας διαβεβαιώ-με τη γη της Παλαιστίνης του 1ου μετά Χριστό αιώνα, όπου διάφοροι, δίδασκαν διάφορα, αυτοχριζόμενοι δάσκαλοι και αποκτώντας αυτοσχέδιους μαθητές που γνώριζαν καλά την ψαρική! Ο πιο καπάτσος από αυτούς το πήρε όλο το χαρτί της καλοστημένης μπίζνας και οι κληρονόμοι του καλοπερνάνε σε Ρώμη, Κωνσταντινούπολη,  Μόσχα και αλλού. Φυσικά και στην Αμερική την ίδια, όπου και μεταλαμπάδευσαν την αρπαχτή που λέγεται Ιδιωτικό Δασκαλίκι.

Το Ιδιωτικό αυτό Δασκαλίκι έχει ένα μόνο κανόνα: να πληρώνεις τα-τσουχτερά-δίδαχτρα. Δεν βάζει προϋποθέσεις στους μαθητές-όπως δεν βάζει άλλωστε και στο δάσκαλο. Μοιάζουν λιγάκι και με πρόσχαρα ταξιδιωτικά γραφεία συνοικεσίων. Κάθε χρόνο λοιπόν αποφοιτούν από αυτές τις αυτοσχέδιες ερασιτεχνικές προσομοιώσεις διδασκαλίας, νέοι γκουρού αρπακτισμού, που ολοένα διαχέονται σε μήκη και πλάτη όχι της Αμερικής μόνο.

Τι σημαίνει άραγε να έχεις υπάρξει μαθητής κάποιου που δεν ήξερε-ούτε καν εξ ενστίκτου-τη γραμματική και το συντακτικό της φωτογραφίας; Να το πω αλλιώς: ο χασάπης μπορεί να γίνει καθηγητής ανατομίας στη Κτηνιατρική Σχολή; Και γιατί όχι παρακαλώ, αν το μπόρεσε κάποιος που κατακρεούργησε κάθε έννοια αισθητικής στη φωτογραφία;

Επειδή όμως δεν μιλάμε για ανήλικους μαθητές αλλά για μαντραχαλαίους δύο μέτρα, το θέμα πια μεταφέρεται όχι στην ευθύνη ενός ανήλικου, ανώριμου μαθητή που μουλωχτά θέλει να ισχυριστεί ότι έχει αποκτήσει κάποιες γνώσεις.Το πράγμα αποδεικνύει την ιλαρότητα του σε όλο της το μεγαλείο, όταν αυτός ο μαντράχαλος, προσφεύγει στο “δάσκαλο¨ για να έχει τα φώτα του σε κάθε επιλογή του στη φωτογραφική καριέρα που τού άνοιξε η καλοπληρωμένη επαφή-η μπίζνα μ’άλλα λόγια συνεχίζεται αλλιώς.

Υπάρχει συγκροτημένος καλλιτέχνης που δέχεται ή προσφεύγει σε τρίτον-εκτός φυσικά από τον εργοδότη του, που όμως θα πληρωθεί από αυτόν-για να κάνει αυτός την επιλογή στο έργο του; Είναι σαν να καταθέτεις τις παρτιτούρες σου στον Ψινάκη, που ο καημένος δεν έχει ιδέα πού ακριβώς πέφτει το ντο! Λοιπόν για να τελειώνουμε, μαντραχαλάς φωτογράφος που δεν είναι σε θέση να αναλάβει την ευθύνη της επιλογής ο ίδιος του υλικού που “δημιούργησε”(κακόμοιρη, κακόπαθη λέξη) ασφαλώς και δεν είναι φωτογράφος. Ένας μάπας και μισός είναι. Αν μάλιστα το προβάλλει αυτό, τότε είναι και πατεντάτος.

Φυσικά αν πάμε από την πλευρά του “Δασκάλου”-άλλη κακόπαθη λέξη κι αυτή-εκτίθεται κι αυτός ανεπανόρθωτα στην υπόσταση του σαν τέτοιος: γιατί Δάσκαλος που δεν παραδίδει τους μαθητές του ολοκληρωμένες προσωπικότητες, τόσο τουλάχιστον όσο να είναι στη στοιχειώδη θέση να κάνουν οι ίδιοι την επιλογή, για τους εαυτούς τους, των έργων που οι ίδιοι φέρονται να δημιούργησαν, ασφαλώς και δεν τον αξίζει αυτόν τον τίτλο, ούτε καν σαν αυτοχρισμένος τέτοιος.

Ευτυχώς όμως που όλα αυτά είναι χοντροκομμένα αστεία και πέφτει μπόλικο καλαμπούρι-ο στόμφος του Δάσκαλου, είναι από μόνος του ρόλος κωμωδίας. Υπάρχει Δημόσια Φωτογραφική Παιδεία-το ΤΕΙ-αλλά και σοβαρές, λίγες, πολύ λίγες δυστυχώς, φωτογραφικές σχολές και κάπως σώζονται τα πράγματα με τη φωτογραφική εκπαίδευση στην Ελλάδα. Και οι άνθρωποι που την υπηρετούν είναι τόσο σοβαροί ώστε να μην ξιπάζονται με την αστεία επίκληση του Δασκάλου, όπως μερικοί με την προσφώνηση:-Κύριε Πρόεδρε!

Υ.Γ. Η αστεία φωτογραφία της ανάρτησης τραβήχτηκε στην Εθνική Πινακοθήκη Σύγχρονης Τέχνης στο Μιλάνο και η σκιώδης μούτζα είναι δικιά μου που χαιρόμουν την ευκαιρία του ιδιότυπου φωτισμού με μάλλον ασυνήθιστα ισχυρούς προβολείς πάνω σε μια σειρά μπούστα του Marino Marini. Ο καλοσυνάτος φύλακας της αίθουσας έκανε χάζι το αυτοσχέδιο-για τους ιερούς φωτογραφικούς σκοπούς ασφαλώς!-show και χαμογελούσε υποτονθορύζοντας.(το μουσείο αυτό γενικά έχει λίγους επισκέπτες και αυτοί οι λίγοι-σπάνιοι σχεδόν- δίνουν τόση χαρά στους φύλακες που πλήττουν, ώστε να συγχωρούν εύκολα παραπτώματα αβροφροσύνης σαν και το δικό μου, για να μην πω ότι τα εγκρίνουν κιόλας!).

1 Comment

Filed under ...και λίγη Θεωρία!, Garry Winograd

Τα εύκολα είναι τα δύσκολα

people 017Αν σηκώσεις τη φωτογραφική μηχανή στο ύψος του ματιού σου-μπορεί και να την κατεβάσεις αν τυχόν είσαι καθισμένος, ξαπλωμένος,μπρούμυτα ή ανάσκελα, στη ξαπλώστρα σου ή στο θαλάσσιο στρώμα, αδιάφορο-και αυτό που βλέπεις απ’το σκόπευτρο, το φωτογραφίσεις, πατώντας κλικ, το πιο πιθανό είναι να έχεις μια στοιχειωδώς αποδεχτή φωτογραφία. Δηλαδή με στοιχειώδεις συνειρμούς και με το ίδιο ανταγωνιστικά στοιχειώδη αντανακλαστικά, γίνεσαι μια χαρά φωτογράφος, σε μια κατά τα άλλα ανελέητη για το φωτογραφικό επάγγελμα εποχή. Η νέα τεχνολογία δούλεψε για να κάνει ευκολότερη τη ζωή των, ανταγωνιστών σήμερα, των φωτογράφων-των χτεσινών πελατών τους! Έχει το γούστο της η φάση. Οι ζωγράφοι-τα μεγάλα θύματα της ανακάλυψης της φωτογραφίας- παίρνουν την εκδίκηση τους σε λιγότερο από διακόσια χρόνια. Μέσω παρακαμπτηρίου βέβαια: από τους πελάτες που κι εκείνοι τότε έχασαν!

Σήμερα οι πάντες λοιπόν φωτογραφίζουν. Σήμερα οι πάντες-αν το θέλουν-μπορούν να έχουν, χωρίς σχεδόν κανένα κόπο πολλές φορές, το δικό τους αψεγάδιαστο αριστούργημα στην ανθολογία της παγκόσμιας εικονοποιΐας. Παρόλα αυτά και, περιδιαβαίνοντας το διαδίκτυο σε μερικές χιλιάδες σελίδες του τόσα χρόνια, διαπίστωσα-διαισθητικά, να εξηγούμεστε-ότι το ποσοστό δημιουργίας συναρπαστικών εικόνων, με διάρκεια και διαχρονική αντοχή, δεν μοιάζει να έχει συγκλονιστικά αλλάξει, να έχει βελτιωθεί. Και το ακόμη χειρότερο; Το ποσοστό φριχτής εικονοποιΐας παραμένει το ίδιο απαράλλαχτα και αποκρουστικά υψηλό!

Το πορτραίτο του εικονογράφου Doré από τον Ναντάρ. Τετρακόσιοι στυλίστες και ένας τρισεπώνυμος φωτογράφος σήμερα, δεν θα πετύχαιναν ούτε το ένα χιλιοστό αισθητικής πειθούς που μας έδωσε ο τρελάρας Ναντάρ 150 χρόνια πριν.

Το πορτραίτο του εικονογράφου Doré από τον Ναντάρ. Τετρακόσιοι στυλίστες και ένας τρισεπώνυμος φωτογράφος σήμερα, δεν θα πετύχαιναν ούτε το ένα χιλιοστό αισθητικής πειθούς που μας έδωσε ο τρελάρας Ναντάρ 150 χρόνια πριν.

Προφανώς το είδος εκείνο Θείας Πρόνοιας που αποκαλείται ισορροπία, φροντίζει την ξέχειλη αφθονία εικόνων να την ισοφαρίζει με την κατακλυσμιαία και ισοπεδωτική μετριότητα. Τα γυάλινα αριστουργήματα του Nadar διαδέχονταν το ένα το άλλο. Και όμως. Μέχρι ο Nadar να στήσει την Sarah Bernhardt στο στούντιο του, να τη φωτίσει-φρόντιζε ο Θεός με τον ήλιο του, ο Ναντάρ απλά διαχειριζόταν αν χρειαζόταν κάποια ανακλαστικά υλικά-να της τραβήξει τις φωτογραφίες, να εμφανίσει το υλικό και μετά από εκεί να κάνει αντιγραφές και εκτυπώσεις, ο ψηφιακός ερασιτέχνης-ακόμη και τρίτης διαλογής-αν μπορεί πια να νοηθεί τέτοια περίπτωση στις μέρες μας-έχει διανείμει τις δικές του στο σύμπαν! Αλλά ενώ του τελευταίου θα έχουν διανεμηθεί σαν υλικό χωματερής, του Ναντάρ οι εικόνες, διοχετευμένες από το ίδιο κανάλι της νέας τεχνολογίας-φόρος τιμής στον μεγαλύτερο γκατζετάκια του 19ου αιώνα ίσως, δηλαδή αυτονόητος φόρος τιμής-οι εικόνες λοιπόν του Ναντάρ θα κυκλοφορούν εσαεί στο σύμπαν σαν εικονίσματα, κατάλληλες για στάση, περισυλλογή και κατάνυξη,  μόνιμοι προσκυνηματικοί προορισμοί των διαδικτυακών πλοηγήσεων μας.

Η Παναγία υποκαταστημένη σαν λατρευτικό εικόνισμα από την Σάρα Μπερνάρ-του Ναντάρ ασφαλώς!

Η Παναγία υποκαταστημένη σαν λατρευτικό εικόνισμα από την Σάρα Μπερνάρ-του Ναντάρ ασφαλώς! O Guido Reni και ο Bernini θα τον φθονούσαν θανάσιμα!

Αυτό που πρόχειρα βγαίνει σαν ένα πρώτο συμπέρασμα είναι ότι οι τεχνικές ευκολίες δεν εξασφαλίζουν ανεπίληπτη ομορφιά. Μπορείς μάλιστα να ισχυριστείς άνετα ότι, ακριβώς οι ευκολίες την υπονομεύουν, γιατί μας κάνουν σαν δημιουργούς θύματα της ευκολίας. Η δυσκολία-υπό τον όρο ότι δεν θεωρηθεί μαζοχιστικός αυτοσκοπός-σε ωθεί σε διάθεση υπέρβασης. Η ευκολία σε κοιμίζει και συμβιβάζεσαι πολύ εύκολα με ένα μέτριο, συμβατικό αποτέλεσμα. Η ευκολία είναι το μόνο αληθινά αξεπέραστο εμπόδιο για τη μεγάλη δημιουργία-σκεφθείτε αυτό: αν δεν ήταν η πρόκληση του να υπερβεί τις συμβατικές ανθρώπινες δυνατότητες, ο Μικελάντζελο θα αποτολμούσε τις μνημειώδεις δημιουργίες του; Ώρες-ώρες σκέφτομαι ότι για τη δυσκολία τους και μόνο αναλάμβανε ο Μικελάντζελο την εκτέλεση τιτάνιων έργων. Αλήθεια,τον φαντάζεται κανείς μινιατουρίστα;

Αφόρητα κακόγουστο, άπονο-ψιλοαπάνθρωπο ή νομίζω;-τερατούργημα του μεγαλύτερου σκουπιδοπαραγωγού στην Ιστορία της φωτογραφία, του Winogradς: το νοσηρό σαν αιτία και αφορμή έλξης. Ο ουμανισμός σαν φίδι.

Αφόρητα κακόγουστο, άπονο-ψιλοαπάνθρωπο ή νομίζω;-τερατούργημα του μεγαλύτερου σκουπιδοπαραγωγού στην Ιστορία της φωτογραφίας, του Winograd: το νοσηρό, το αρρωστημένα παράξενο, το παράδοξο σαν αυτοϊκανοποιούμενος χρησμός, σαν αιτία και αφορμή καλλιτεχνικής-ποιος ήρθε;- έλξης. Ο ουμανισμός-και καλά!-της ασπρόμαυρης φωτογραφίας, σαν φίδι στο κόρφο της.

Είναι βλέπεις όμως και το άλλο. Έχουμε πρόχειρο και εξίσου εύκολο το ιδεολόγημα για τη νωθρότητα στην οποία επαναπαύεται η κατακτημένη ευκολία: η αυθεντικότητα, ωμή, ανεπεξέργαστη αυθεντικότητα! Σαχλαμάρες! Όποιος πάση θυσία επιζητεί αυθεντικότητα στη τέχνη και μόνον αυτή, τότε παραιτείται από την τέχνη και αντί να ζωγραφίζει ή να φωτογραφίζει αγγούρια, τα τρώει και δροσίζεται. Αυθεντικότατα. Η τέχνη δεν είναι μια αδιαμεσολάβητη διαδικασία όπου το προϊόν μεταφέρεται αυτούσιο. Περνάει από το μυαλό και το χέρι του δημιουργού της για βαθιά πνευματική, ηθική, που σημαίνει αισθητική και καλλιτεχνική επεξεργασία. Ο καλλιτέχνης παίρνει μαλλί και σού παραδίδει χαλί. Παίρνει ύλη και στην παραδίδει πνευματοποιημένη. Μέσω συγκίνησης και στοχασμού-του δικού του-σού παραδίδει συγκίνηση και στοχασμό στο τετράγωνο-το δικό σου. Και η κατασκευή της εικόνας, η δομή της είναι μέρος του αισθητικού παιχνιδιού, της απόλαυσης-μικρό, διακριτικό αλλά υπαρκτό.

Leave a comment

Filed under ...και λίγη Θεωρία!, Felix NADAR, Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ, Ιστορία της Φωτογραφίας

Ο αδιέξοδος Garry Winogrand

Ένας προραφαηλιτικός άγγελος σε φωτογραφικό συναπάντημα με τον Winograd. Κανοντας μια αναδρομή στο σύνολο των γυναικών που φωτογράφισε, νομίζω ότι αυτή η γυναίκα πρέπει να είχε δεσπόζουσα θέση στο πάνθεον των γωτογραφικών του κατακτήσεων. Αλλά και η εικόνα καθεαυτή με τις αντικρουόμενες εντολές των πινακίδων,δημιουργούν μια κατάσταση αυθεντικά φωτογραφική. Από τις καλύτερες στιγμές του-και χωρίς στραβό κάδρο ε;

Ένας προραφαηλιτικός άγγελος σε φωτογραφικό συναπάντημα με τον Winogrand. Κανοντας μια αναδρομή στο σύνολο των γυναικών που φωτογράφισε, νομίζω ότι αυτή η γυναίκα πρέπει να είχε δεσπόζουσα θέση στο πάνθεον των φωτογραφικών του κατακτήσεων. Αλλά και η εικόνα καθεαυτή με τις αντικρουόμενες με την κίνηση της γυναίκας εντολές των πινακίδων,δημιουργούν μια κατάσταση αυθεντικά φωτογραφική. Από τις καλύτερες στιγμές του-και χωρίς στραβό κάδρο ε;

Έχοντας διαβάσει ως τώρα μερικές εκατοντάδες μονογραφίες δημιουργών-κυρίως της εικόνας-για πρώτη φορά στη ζωή μου-είμαι ήδη πενήντα πέντεχρονών, ζωή νάχω!-βρέθηκα τόσο αμήχανος όσο τώρα που διάβασα δύο μονογραφίες για τον περιβόητο αμερικανό φωτογράφο Garry Winogrand. Δεν το κρύβω ότι ποτέ, όχι απλά δεν μού είχε αρέσει σαν φωτογράφος αλλά και ποτέ μου δεν τον θεώρησα ούτε στο ελάχιστο καλλιτέχνη-και το υποστηρίζω με όλη τη δύναμη του δικαιώματος μου να είμαι ακόμη και αυθαίρετα υποκειμενικός, αν και στη περίπτωση του Winogrand αυτό δεν χρειάζεται: κάθε αρνητική κρίση γι’αυτόν μοιάζει και πολύ πιθανά είναι, αντικειμενική και μάλιστα όσο πιο αρνητική γίνεται τόσο γίνεται και αντικειμενικότερη. Το να λες λοιπόν δεν μ’αρέσει ο Winogrand είναι κάτι τόσο αυτονόητο ώστε σχεδόν να καταντάει και περιττό καν να το πεις. Εξυπακούεται ότι αυτό που εκπέμπει αυτό που αποκαλείται-πόσο αυθαίρετα αλήθεια!-αισθητική του Winograd είναι η ίδια η πεμπτουσία και η άρνηση της αισθητικής σαν ΣΥΝΕΙΔΗΤΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ!

Ok, φωτογραφία με χαριτωμένο θέμα. Έχει μπει και η πατίνα πενήντα χρόνων από πάνω που, στην ομορφιά των αναπαριστώμενων πλασμάτων, πρόσθεσε λίγη αχλύ μύθου και στυλιστικής ιστορίας. Ε και; Κάτι πέρα από αυτό;

Ok, φωτογραφία με χαριτωμένο θέμα. Έχει μπει και η πατίνα πενήντα χρόνων από πάνω που, στην ομορφιά των αναπαριστώμενων πλασμάτων, πρόσθεσε λίγη αχλύ μύθου και στυλιστικής ιστορίας. Ε και; Κάτι πέρα από αυτό;

Πρέπει όμως ακόμη και τις απαρέσκειες μας να τις θεμελιώνουμε με επιχειρήματα αν θέλουμε να τις κοινοποιήσουμε πέρα από τον στενό κύκλο των φίλων μας και των γνωστών μας. Απ’το Yale University Press, πρόσφατα, εκδόθηκε ένας εντυπωσιακός κατάλογος για τον Γουΐνογκραντ, με την αφορμή της πολύ μεγάλης έκθεσης στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Σαν Φρανσίσκο. Η έκδοση συνοδεύεται με αρκετά κείμενα, κάτι μάλλον ασυνήθιστο στις φωτογραφικές εκδόσεις. Θεωρώντας ότι θα ήταν ένα βιβλίο αναμενόμενα υμνητικό του φωτογράφου, περίμενα ότι τα κείμενα δεν θα έκαναν κάτι άλλο παρά αυτό που λογικά περιμένεις για τη μεγάλη αναδρομική ενός νεκρού πια καλλιτέχνη: θα στήριζαν, με το δικό του ο καθένας από τους συντάκτες σκεπτικό, την άποψη για τη μεγάλη σημασία του έργου αυτού του σημαντικού, όπως διαδίδονταν και επίμονα φημολογούνταν και θρυλούνταν μέχρι τώρα ότι ήταν, φωτογράφου. Και ακριβώς εδώ βρίσκεται η έκπληξη! Το βιβλίο, παρόλο ότι σαν μνημειώδης έκδοση-450 σελίδες παρακαλώ!- εκ των πραγμάτων συντηρεί αυτή τη μυθολογία, τα ίδια τα κείμενα όμως με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και με μόνη την παράθεση των πραγματικών στοιχείων του “καλλιτέχνη” ουσιαστικά-πολλές φορές ακόμη και ασυνείδητα-τον αποδομούν! Μονογραφία καλλιτέχνη που να τον αποδομεί, αν και όχι πρωτοφανές,  ακούγεται παρόλα αυτά αντιφατικό. Στην περίπτωση μας όμως αυτό συμβαίνει.

Το εξώφυλλο του σπουδαίου καταλόγου που εξέδωσε το YALE University Press: ακόμη και εδώ οι αντινομίες-όχι τόσο οι θεματικές , αυτές είναι έτσι κι αλλιώς συμβατές με το ίδιο το φαινόμενο της ζωής-όσο οι μορφικές, συνοψίζουν με τον τρόπο τους το αμφιλεγόμενο και ετερόκλητο περιεχόμενο του βιβλίου, το περιεχόμενο της ίδιας της “τέχνης’ του Winograd.

Το εξώφυλλο του σπουδαίου καταλόγου που εξέδωσε το YALE University Press: ακόμη και εδώ οι αντινομίες-όχι τόσο οι θεματικές , αυτές είναι έτσι κι αλλιώς συμβατές με το ίδιο το φαινόμενο της ζωής-όσο οι μορφικές, συνοψίζουν με τον τρόπο τους το αμφιλεγόμενο και ετερόκλητο περιεχόμενο του βιβλίου, το περιεχόμενο της ίδιας της “τέχνης’ του Winograd.

Έχοντας ήδη στη βιβλιοθήκη μου άλλη μια μονογραφία για το φωτογράφο-το ” WINOGRAD: Figments from the real world” γραμμένο με απίστευτη εμπεριστατωμένη και διεισδυτική εμβρίθεια από τον-μακαρίτη πια-επιμελητή του Φωτογραφικού Τμήματος του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης John Szarkowski, γραμμένη στο μακρινό πια 1988-τέσσερα χρόνια μόλις μετά το θάνατο του Winograd, διαπίστωσα, με ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη πώς αυτός που, όσο κανείς άλλος στον πλανήτη γη, πίστεψε και προώθησε αυτό το φωτογράφο, τον αποδομούσε με ακόμη πιο ανελέητο τρόπο, από όσο το κάνει η πρόσφατη έκδοση του Yale University Press! Τι ακριβώς συμβαίνει λοιπόν;  Πώς ένας πολυύμνητος φωτογράφος καταντάει έρμαιο μιας-αν και συγκρατημένης και διακριτικής-οργίλης όμως στον πυρήνα της ουσίας της, αποδομητικής κριτικής; Η γνώμη μου είναι ότι αυτό είναι νομοτέλεια. Άφευκτη, αναπότρεπτη, μοιραία νομοτέλεια. Όσο τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει την κατάρρευση ενός κακά θεμελιωμένου οικοδομήματος και όσο τίποτε δεν μπορεί να συγκρατήσει την κατρακύλα των μετοχών-φούσκα στα χρηματιστήρια του κόσμου, έτσι κάποτε θαρχόταν και η σειρά ενός υπερεκτιμημένου και χωρίς καμιά εικονοπλαστική συγκρότηση φωτογράφου, να αντιμετωπίσει την ανελέητη κρίση που λέγεται Ιστορία.

Ή στραβός είναι ο κόσμος ή στραβά φωτογραφίζουμε

Ή στραβός είναι ο κόσμος ή στραβά φωτογραφίζουμε

Η φωτογραφία-ευτυχώς!-δεν είναι μια ζωτική δραστηριότητα μέσα στον ανθρώπινο πολιτισμό, παρόλο ότι είναι πια μέρος της καθημερινότητας του. Είναι-ευτυχώς!-πάρεργο. Και αυτό συμβαίνει σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό σ’αυτό που, αυτάρεσκα και αλαζονικά, κάποιοι αποκαλούν “καλλιτεχνική φωτογραφία”. Αυτό έχει σαν συνέπεια οτιδήποτε θεμελιώθηκε εσφαλμένα στο κόσμο της φωτογραφίας, να μην έχει καταστρεπτικές συνέπειες όταν θα έρθει η ώρα της ανατροπής του, της σίγουρης κατάρρευσης του. Μικρό το κακό λοιπόν αν ο Winograd αποδεικνύεται μια καλλιτεχνική φούσκα στον μικρόκοσμο της φωτογραφίας. Για τη μικρή κοινότητα του κόσμου της φωτογραφίας όμως, δεν παύει αυτή η ανατρεπτική διαπίστωση να έχει τη σημασία της. Είναι μια ωραία, χρήσιμη αφορμή να ξαναδούμε αλλιώς τα πράγματα. Να αναθεωρήσουμε τις συνταγές αλλά και το συντακτικό του σιναφιού μας. Σαν προσωπικότητα-απόσο μπορώ να καταλάβω από τα κείμενα που διάβασα και  από το ίδιο το έργο του-η εμμονική του αγάπη για τις γυναίκες, τον κάνει συνταρακτικά συγκλονιστικό και αυθεντικό-πρέπει νάταν συναρπαστικός! Είχε αμεσότητα εκφραστική, ήταν ανοιχτόκαρδος, σχεδόν διαχυτικός και ιδιοσυγκρασιακά πληθωρικός και εκρηκτικός αλλά-αυτό προκύπτει πολύ εύκολα από όλα τα λεγόμενα του-άκακος, αμνησίκακος, μεγαλόψυχος. Είχε καλούς και πιστούς φίλους και αυτό λέει επίσης πολλά. Παρά πολλά.

Ένας αφιονισμένος φωτογράφος με ιδιοσυγκρασία paparazzo, τράβαγε με παροξυσμικά καταιγιστικούς ρυθμούς ό,τι έβρισκε μπροστά του. Οι πιθανότητες, με αυτές τις προϋποθέσεις, να υπάρξουν οι όροι του φωτογραφικού καλλιτεχνικού συμβάντος-που κι αυτό πάλι άλλοι το όριζαν από ένα σημείο και μετά στην καριέρα του Winograd, δημιούργησαν μια νόθα κατάσταση όπου ένας εκτός συγκροτημένης καλλιτεχνικής συνείδησης καμεραμαν-αρνοούμαι καν να τον αποκαλέσω φωτογραφο, ειδικά από την στιγμή που τράβαγε με moror drive-παρέδιδε υλικό στο οποίο ουσιαστικά δεν είχε καμιά εποπτεία, για να του το εμφανίζουν, να κάνουν τα κοντάκτ, να του επιλέγουν και στο τέλος αυτοί να του δημοσιεύουν και εκθέτουν. Εκείνος ήταν απλά χειριστής κλείστρου και σουλατσαδόρος!

Ένας αφιονισμένος φωτογράφος με ιδιοσυγκρασία paparazzo, τράβαγε με παροξυσμικά καταιγιστικούς ρυθμούς ό,τι έβρισκε μπροστά του. Οι πιθανότητες, με αυτές τις προϋποθέσεις, να υπάρξουν οι όροι του φωτογραφικού καλλιτεχνικού συμβάντος-που κι αυτό πάλι άλλοι το όριζαν από ένα σημείο και μετά στην καριέρα του Winograd, δημιούργησαν μια νόθα κατάσταση όπου ένας εκτός συγκροτημένης καλλιτεχνικής συνείδησης καμεραμαν-αρνοούμαι καν να τον αποκαλέσω φωτογραφο, ειδικά από την στιγμή που τράβαγε με motor drive-παρέδιδε υλικό στο οποίο ουσιαστικά δεν είχε καμιά εποπτεία, για να του το εμφανίζουν, να κάνουν τα κοντάκτ, να του επιλέγουν και στο τέλος αυτοί να του δημοσιεύουν και εκθέτουν. Εκείνος ήταν απλά χειριστής κλείστρου και σουλατσαδόρος!

Το πρόβλημα με τον Winograd είναι ότι βρέθηκε σε έναν άσχετο με αυτό που καμιά αληθινή του κλίση δεν θα τον οδηγούσε ποτέ, σ’αυτό που τελικά τον έκανε διάσημο-τη φωτογραφία, την τέχνη της εικονοποιΐας γενικά- και τώρα βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση, αυτόν, μια μάλλον γοητευτική φυσιογνωμία, να πρέπει να τον αποδομούμε.  Δεν είχε καμιά κλίση ποτέ και για κανένα είδος εικόνας! Αυτό κατά ένα περίεργο τρόπο μπορεί και να είναι συναρπαστικά καλό σε μια τέχνη που δεν απαιτεί από τον υπηρέτη της ιδιαίτερες δεξιότητες, γιατί η αφέλεια, η δροσιά της άγνοιας και της ασχετοσύνης μπορούν, έστω και ασυνείδητα να ανοίξουν νέες διόδους αντίληψης της εικόνας εντελώς απρόβλεπτες και γι’αυτό συναρπαστικές.

Να μην τον ξεχνάμε αυτό-το γράφω αυτό εγώ που είμαι φωτογράφος-ΣΤΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΤΟ ΔΙΕΚΠΕΡΑΙΩΝΕΙ Η ΜΗΧΑΝΗ ΣΟΥ! Παλιά, για να πετύχεις μια πιστή αναπαράσταση οποιουδήποτε προσώπου, πράγματος ή κατάστασης, έπρεπε να κατέχεις μια στέρεη τεχνική που λεγόταν σχέδιο-σχέδιο αν τυχόν ήθελες να αρκεστείς στο λιγότερο. Σήμερα αλλά και στις μέρες του Winograd, ακόμη και το τυχαίο πάτημα ενός κουμπιού μπορούσε να παράξει μια συναρπαστική εικόνα, ικανή να συγκινήσει ακόμη και τον εικονογράφο της Παναγίας, τον Ευαγγελιστή Λουκά! Η αταλαντοσύνη, η έλλειψη οποιασδήποτε κλίσης στον τομέα παραγωγής εικόνων, συνδυασμένες με τη νεανική ορμή και την τρέλα εκείνη που ξέρει να αποτολμά ακόμη και πράγματα που δεν ξέρει, οδήγησαν τον Winograd στο ωραίο, απονενοημένο εκείνο διάβημα, που σε άλλους μπορεί να λέγεται κόντρες στην Εθνική οδό. Ο Winogrand καβάλησε τη φωτογραφική μηχανή όπως άλλοι καβαλάνε μηχανές μεγάλου κυβισμού, με την ελπίδα να απογειωθούν και να βρεθούν στο διάστημα. Χωρίς καμιά συγκρότηση και με μόνο οδηγό του την ασυγκράτητη παρόρμηση του-εδώ μπαίνει και το ωραίο, δυνατό, ενστικτώδες, ζωώδες θάλεγα, του να βρίσκεται αν είναι δυνατόν κάθε στιγμή, πίσω, μπρος, στο πλάι, πάνω,  κάτω, από κάθε δυνατή γωνία εν πάση περιπτώσει και από παντού,σε γυναίκα. Η μεγαλούπολη και οι δρόμοι της προσφέρουν αφάνταστα ποικίλο υλικό σε όποιον ψάχνει για τέτοιου είδους ωραία θηράματα, που να αγιάζουν την ταραγμένη,  ερωτικά φιλέρευνη ψυχή του με το λιβάνι του αρώματος τους. Την αύρα ενός σώματος που δημιουργεί ρεύματα αέρα αλλά και έρωτα-χωρίς κατ’ανάγκη να υπάρχει απτική κατάληξη. Η οπτική τού έφτανε και τον μεθούσε όσο χρειαζότανε για να ξεφύγει στα μικρά δωμάτια της ευτυχίας που λέγονται φευγαλέες φαντασιώσεις και που με κάθε νέα γυναίκα που συναντούσε ο φακός του, ανανεώνονταν με νέες ενοίκους. Δεν είναι γοητευτικό;

Η καλύτερη στιγμή-προσωπικής υφής στιγμή-στην απελπιστικά άνιση φωτογραφική καριέρα του Winograd: το αντικείμενο του πόθου του, των καημών του, των περιπλανήσεων του, της ίδιας της εμπλοκής του με μια τέχνη που τελικά πραγματικά δεν αγάπησε παρά με πρόσχημα, αιτία και αφορμή τη γυναίκα. Το βιβλίο είναι μέτριο-στις γυναίκες τις ίδιες δεν άρεσε ιδιαίτερα αλλά όσοι καταλαβαίνουν πολύ εύκολα μπορούν διακρίνουν την ειλικρίνεια και την αγάπη με την οποία τις περιβάλλει.

Η καλύτερη στιγμή-προσωπικής υφής στιγμή-στην απελπιστικά άνιση φωτογραφική καριέρα του Winogrand: το αντικείμενο του πόθου του, των καημών του, των περιπλανήσεων του, της ίδιας της εμπλοκής του με μια τέχνη που τελικά πραγματικά δεν αγάπησε παρά με πρόσχημα, αιτία και αφορμή τη γυναίκα. Το βιβλίο είναι μέτριο-στις γυναίκες τις ίδιες δεν άρεσε ιδιαίτερα αλλά όσοι καταλαβαίνουν, πολύ εύκολα μπορούν διακρίνουν την ειλικρίνεια και την αγάπη με την οποία τις περιβάλλει.

Αυτό το κυνήγι λοιπόν του θηλυκού-καθαγιασμένο στα ύδατα των ωκεάνειων αλλά και ηφαιστειωδών ορμονών του- εντοπισμένο στις ωραίες αστικές,λουσάτες πολλές φορές, εκδοχές γυναικείας ομορφιάς-δεν μπορώ να θυμηθώ χωριάτισσες οποιασδήποτε κοπής,και μόνο ελάχιστες επαρχιώτισσες στον εικονοποιητικό κόσμο του Winograd-γίναν το μυστικό άλλοθι μιας καριέρας διάσημης και επεισοδιακής. Το συμπέρασμα μοιάζει νάναι αυθαίρετο αλλά για την προσωπική αγιοσύνη της ψυχής του Winograd ευτυχώς δεν είναι. Υπάρχουν ένα σωρό στοιχεία που επιβεβαιώνουν αυτό που γράφω-από το μόνο βιβλίο που επιμελήθηκε ο ίδιος προσωπικά με αστείρευτο κέφι και ενθουσιασμό-το θρυλικό πια ” Women Are Beautiful” μέχρι το στατιστικά ιλιγγιώδες ποσοστό που κατέχουν οι γυναίκες στην εικονογραφία του. Αν και ξέρω ότι αυτό που θα  γράψω είναι κάπως ιεροσυλία, τολμώ όμως να πω ότι σαν γυναικογράφος ο Winogrand στέκει με τον ίδιο φανατισμό και την ίδια αγαπητική προσήλωση που έδειξαν ο Tiziano, o Rubens, o Manet και ο Matísse και φυσικά σε απόλυτη αντιστοίχιση με τον αβυσσαλέας στυλιστικής διαφοράς, σχεδόν σύγχρονο του Helmut Newton. Υπάρχει λοιπόν κάτι άγιο και ιερό σ’αυτή την προσήλωση του Winograd που μεταλλάχθηκε σε πρόσχημα μιας δραστηριότητας που την αγάπησε μεν στην κρυφή, ανομολόγητη ουσία της αλλά που για μας τους τρίτους- παρόλο ότι προσέφερε μερικές εξαιρετικές εικόνες, προϊόντα της στατιστικής πιθανότητας όταν τραβάς παροξυσμικά να έχεις και καλές εικόνες-ήταν σε γενικές γραμμές μια δοκιμασία της αισθητικής μας.

Κάπου εδώ σταματάει η ευθύνη του Winogrand- η τέχνη του αν ομολογημένα ασκούνταν αυστηρά για την προσωπική του ικανοποίηση και μόνο, θάταν μιας πρώτης τάξεως ψυχοθεραπεία-και από δω ξεκινά η εγκληματική ευθύνη του παράλληλου με τον δημιουργό μηχανισμού που λέγεται Μουσείο, Επιμελητής, Κριτικός Τέχνης και γενικά ένας κόσμος που ως ένα βαθμό ζει, υπάρχει και κινείται εξ αφορμής της παραγωγής τέχνης. Δεν είναι παρασιτικός αυτός ο κόσμος-αντίθετα, βοηθούν τον καλλιτέχνη πολύμορφα και του είναι εξαιρετικά χρήσιμοι και τα ευγνώμονα αισθήματα των δημιουργών απέναντι τους είναι μια ιστορία που πρέπει να γραφτεί κάποτε και τους την οφείλουμε. Το λάθος βρίσκεται αλλού με όλους αυτούς τους τρίτους: ότι έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, αντί να είναι οι καλλιτέχνες που δημιουργούν το στυλ, καταλήξαμε να είναι οι curators που κανονίζουν τη φορά της τέχνης, τις τάσεις της. Αν δεν ήταν ο Szarkowski ο Winogrand θα ήταν ή ένας διεκπεραιωτικός φωτογράφος, χρήσιμος στη κοινωνία και την οικογένεια του και θα συνέχιζε τη ζωή της ευτυχισμένης-ή και δυστυχισμένης, δεν έχει μεγάλη διαφορά-ανωνυμίας. Με τον Szarkowski-που έψαχνε επειγόντως κάτι ρηξικέλευθα καινούργιο και διαφορετικό πάση θυσία-ο Winograd μετατράπηκε από τη μια στιγμή στην άλλη και χάρη στη δυνατή πένα του υμνητή-δημιουργού του Szarkowski, σε θρύλο, σε θρύλο όμως χωρίς προδιαγραφές διάρκειας, γιατί δεν είχε ούτε το εικονοπλαστικό ένστικτο αλλά ούτε και τη συγκρότηση,την υποδομή, ώστε να στηρίξει με τους αδύναμους πνευματικά ώμους του το οικοδόμημα ενός θρύλου που του δώσαν, εντελώς αυθαίρετα και πλαστά,να στηρίζει-σκεφθείτε με την ευκαιρία τη σιγουριά και την πνευματική αίγλη του Henri Cartier Bresson, του Bill Brandt, ακόμη και τον αέρα του maestro του Helmut Newton! Η ευθύνη για την εκτόξευση κακών, απαράδεκτων καλλιτεχνών δεν είναι ευθύνη των καλλιτεχνών των ίδιων. Είναι της οκνηρής πνευματικά κοινωνίας, που έμαθε να βασίζεται στο διαμεσολαβητή-όποιος είναι αυτός-κριτικός, επιμελητής, γκαλερίστας. Το κοινό κλείνει τα μάτια στα απαράδεκτα έργα τέχνης-που βγάζουν μάτι για το πόσο κακά είναι-και τεντώνει τ’αφτιά-γι’αυτό ο Γκόγια τους ηλίθιους του τους παρίστανε με τα πρόθυμα ν’ακούσουν κάθε ανόητη, μεγαλόσχημη παρόλα, αφτιά του γαϊδάρου-Προθυμία λοιπόν και ενδοτικότητα στα λαγαρά πλην κούφια λόγια του κάθε παρείσακτου.

Helmut Newton! Στραβό κάδρο κι ο Helmut Newton ε; Ναι, αλλά με πόσο στυλ! Με πόση ενσυνείδητη και προγραμματική οργάνωση τους εικόνας του προς ένα συγκεκριμμένο σκοπό. Με πολυπλόκαμες αφηγηματικές διαδρομές αλλά και με στιβαρή εμβληματικότητα.Χωρίς να το παίζει υψιπετής αρτίστας, έκανε τέχνη πολλαπλάσιας βαρύτητας, σημασίας και διάρκειας, από όσους,νοσηρούς και βαρεμένους, μάζεψε γύρω του ο Swarkovski. Την τέχνη δεν την προγραμματίζουν τα επιτελεία των δυσκοίλιων διανοούμενων που παρασιστούν στην περιφέρεια της αλλά οι ίδιοι οι εκρηκτικοί αλλά και συγκροτημένοι δημιουργοί.

Helmut Newton! Στραβό κάδρο κι ο Helmut Newton ε; Ναι, αλλά με πόσο στυλ! Με πόση ενσυνείδητη και προγραμματική οργάνωση τους εικόνας του προς ένα συγκεκριμμένο σκοπό. Με πολυπλόκαμες αφηγηματικές διαδρομές αλλά και με στιβαρή εμβληματικότητα.Χωρίς να το παίζει υψιπετής αρτίστας, έκανε τέχνη πολλαπλάσιας βαρύτητας, σημασίας και διάρκειας, από όσους,νοσηρούς και βαρεμένους, μάζεψε γύρω του ο Swarkovski. Την τέχνη δεν την προγραμματίζουν τα επιτελεία των δυσκοίλιων διανοούμενων που παρασιστούν στην περιφέρεια της αλλά οι ίδιοι οι εκρηκτικοί αλλά και συγκροτημένοι δημιουργοί.

Βέβαια-και αυτό είναι προς τιμή του Szarkowski- ο διάσημος αυτός επιμελητής όταν μετά το θάνατο του Winogrand κλήθηκε και αυτός μαζί με πολλούς άλλους να διαχειριστεί την αλλοπρόσαλλη και παρανοϊκή κατάσταση που άφησε πίσω του πεθαίνοντας ο φωτογράφος, συνειδητοποίησε όχι απλά το πρόβλημα αλλά και το ΛΑΘΟΣ και με τόλμη και ειλικρίνεια-η παράλληλη κομψή διακριτικότητα του απέναντι στον νεκρό πια φωτογράφο, εγγράφεται στα συν του-το εντόπισε αυτό το λάθος, με μια απίστευτη διεισδυτική ανάλυση του ψυχισμού του Winogrand σαν ουσιαστικά μιας αδιέξοδης καλλιτεχνικά προσωπικότητας. Επανεκτίμησε λοιπόν συνολικά αυτή την προσωπικότητα και την βρήκε καλλιτεχνικά απελπιστικά ελλιποβαρή. Περιγράφει με ανατριχίλα το δέος των χιλιάδων ανεμφάνιστων αρνητικών, των χιλιάδων εμφανισμένων μεν φιλμ όπου όμως δεν υπήρχαν εκτυπώσεις επαφής αλλά και των πλημμελέστατα ελεγμένων φιλμ μετά το 1971.  Ένας καλλιτέχνης που αρνείται να αντιμετωπίσει το έργο του ενώπιος ενωπίω, που συσσωρεύει υλικό πάνω στο οποίο δεν έχει παρά την φευγαλέα και ρηχή εποπτεία μόνο τη στιγμή της λήψης-πόση και ποια μπορεί νάναι αυτή και για πόσο χρόνο μπορεί να κρατήσει στη μνήμη ενός ανθρώπου;-πόση διαφορά έχει από τις εμμονές ενός πάμπλουτου ρακοσυλλέκτη;

Η πιο ατύπικη φωτογραφία ολόκληρης της φωτογραφικής καριέρας του Winograd: ισορροπημένο κάδρο, με κεντρικό θέμα: όταν ο Henri Cartier Bresson υπονόμευσε τον Winograd. Αλλά και όταν οι στατιστικές πιθανότητες μπορεί να σε μετατρέψουν-για μια στιγμή έστω μόνο, ακόμη και σε Cecil Beaton!

Η πιο ατύπικη φωτογραφία ολόκληρης της φωτογραφικής καριέρας του Winograd: ισορροπημένο κάδρο, με κεντρικό θέμα: όταν ο Henri Cartier Bresson υπονόμευσε τον Winogrand. Αλλά και όταν οι στατιστικές πιθανότητες μπορεί να σε μετατρέψουν-για μια στιγμή έστω μόνο, ακόμη και σε Cecil Beaton!

Η εικόνα του μεταθανάτιου Winogrand όπως προκύπτει πια δεν είναι η εικόνα ενός θρύλου-κάντε σύγκριση με τον Atget που είναι ο θάνατος του που τον δικαίωσε αυτόν και το μνημειώδες έργο του-αλλά η εικόνα μιας cult φιγούρας, που άλλοι και ερήμην του, τελικά προσπάθησαν να τον επιβάλλουν σαν καλλιτεχνική μορφή κύρους. Θεωρώ την περίπτωση Winogrand-όχι τον ίδιο προσωπικά αλλά αυτούς που διαχειρίστηκαν τη μετεωρική του άνοδο και μας κληροδότησαν τη μοιραία πτώση του, ένα από τα πιο εμβληματικά παραδείγματα του νοσηρού τρόπου που δουλεύει όχι το ίδιο το καλλιτεχνικό προσωπικό αλλά ο παρασιτικός κλάδος των παρατρεχάμενων της τέχνης, που μετατρέπονται σε δικτάτορες και με τα πιο ετερόκλητα κριτήρια επιβάλλουν πρόσωπα και στυλ, που τις περισσότερες φορές αποδεικνύονται εφήμερα καθότι ρηχά. Ο σπουδαίος ιστορικός της φωτογραφίας Beaumont Newhall αποκάλεσε με αφοριστική και ευθύβολη οικονομία τον Winogrand snapshooter και με αυτόν τον ορισμό καθάρισε τη θέση του απέναντι στο γραφικό αυτό φαινόμενο που αλαζονικοί curators για την  λατρεία της κενόδοξης καινοτομίας και μόνο, τον ανήγαγαν σε δάσκαλο-ακόμη και κυριολεκτικά!-και εκπονητή φωτογραφικής κοσμοθεωρίας και αντίληψης.

4 Comments

Filed under Garry Winograd, Γκάρυ Γουίνογκραντ, Ιστορία της Φωτογραφίας