Καμιά φορά αυτό που είναι ενδιαφέρον σε μιά φωτογραφία δεν γίνεται αμέσως αντιληπτό.Αν εξαιρέσουμε τις περιπτώσεις θολούρας στη πρόθεση του φωτογράφου που, νομίζοντας ότι βλέπει κάτι σπουδαίο, απαιτεί να το αντιληφθούν και οι άλλοι-θέλω να ελπίζω ότι ποτέ δεν έχω υπάρξει μιά τέτοια περίπτωση-αν εξαιρέσουμε λοιπόν τέτοιες νοσηρές καταστάσεις, τότε όταν αυτό συμβαίνει, έχει μάλλον να κάνει με μια διακριτικότητα στη διαπραγμάτευση, μια χαμηλόφωνη διατύπωση, μια διάθεση υπαινικτικότητας, σαν ένα θέμα παιγμένο με σουρντίνα. Φλερτάρει μια τέτοιου είδους εικονογραφία με τη κοινοτοπία, το μπανάλ, το τετριμμένο, το πεζό. Χρειάζεται μια ελαφρά προσαρμογή της αντίληψης μας στο νέο αυτό θεματικό και μορφικό συμφραζόμενο όσο περίπου και το αφτί μας όταν πρέπει να περάσει από τα μεγάλα ορχηστρικά και χορωδιακά σύνολα του ρομαντισμού στις πιο χαμηλόφωνες διατυπώσεις της μουσικής δωματίου ή του lied.
Πολλοί μπορούν να πουν ότι το όλο εύρημα είναι ο απρόβλεπτος “συντονισμός” στα δύο τόσο ετερόκλητα κόκκινα της εικόνας. Είναι στοιχείο του ενδιαφέροντος της εικόνας αλλά δεν είναι μόνο του. Είναι η όλη ιδιορρυθμία του αστικού τοπίου να εκπλήσσει με τους απροσδόκητους συνδυασμούς του, στοιχείο που πάντα θα τού δίνει μια ελαφρά σουρεαλιστική χροιά, που ξενίζει ευχάριστα και δημιουργεί συνειρμούς απροσδιόριστα ποιητικούς. Ξαφνικά το συμβατικά πεζό αστράφτει με μια νέα ιδέα ομορφιάς που προέκυψε από την ωραία τύχη να έχει γίνει έτσι αντιληπτή, δηλαδή μέσα από τον ωμό ρεαλισμό μιας φαινομενικά πεζής καταγραφής.